Υποβλήθηκε από psilos την Τετ, 01/04/2015 - 21:46.
Ο μπότης είναι το πήλινο δοχείο με το νερό ή το κρασί που βάζουμε στο τραπέζι· επίσης, το κανάτι, το σταμνί. Η λέξη έχει γίνει ευρύτερα γνωστή τα τελευταία χρόνια εξαιτίας του πασχαλινού γιορτασμού στην Κέρκυρα, όπου στην πρώτη Ανάσταση, το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου, ρίχνουν από τα παράθυρα και σπάνε τους μπότηδες, τα σταμνιά δηλαδή (αν και το έθιμο απαιτεί οτιδήποτε πήλινο· κι ένα ραϊσμένο πιάτο κάνει).
Ωστόσο, δεν είναι αποκλειστικά κερκυραϊκή λέξη. Ως μπότης ακούγεται και στα λοιπά Επτάνησα, μπότι στην Ήπειρο, αλλά και στην Πελοπόννησο. Ούτε είναι ταλική η αρχή της, όπως μας προδιαθέτει η κορφιάτικη καταγωγή. Στην πραγματικότητα, ο μπότης είναι ο βυζαντινός εμπότης (εν + πίνω), που τον βρίσκουμε στην Αλεξιάδα της Άννας Κομνηνής, καθώς και το μικρό του αδελφάκι στα Πτωχοπροδρομικά: «το άσπρον εμποτόπουλον γεμάτον κρασοβόλιν». Ο εμπότης στη Χίο έχει δώσει τους τύπους νεμπότι, νεμπότης, που ακόμα ακούγονται.
Δεν ξέρω αν ήταν ειλικρινής, αλλά ο Ιάκωβος Πολυλάς περιέγραψε ως εξής τον Μοναχό του πόθο: «Εγώ ούτε πλούτη εζήλεψα, ούτε ομορφιά και νιότη / κι ούτε τη δόξα θέλω εγώ! / Να 'χω γιομάτο επιθυμώ / από κρασί το μπότη».
Για να μας αναφέρετε οποιοδήποτε πρόβλημα (σφάλμα, ανακρίβεια, θέμα που αφορά πνευματικά δικαιώματα κ.τ.λ.) σχετικά με αυτή την καταχώρηση, παρακαλούμε επικοινωνήστε μαζί μας μέσω της φόρμας επικοινωνίας.
Απαντήσεις
Ο μπότης είναι το πήλινο
Ο μπότης είναι το πήλινο δοχείο με το νερό ή το κρασί που βάζουμε στο τραπέζι· επίσης, το κανάτι, το σταμνί. Η λέξη έχει γίνει ευρύτερα γνωστή τα τελευταία χρόνια εξαιτίας του πασχαλινού γιορτασμού στην Κέρκυρα, όπου στην πρώτη Ανάσταση, το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου, ρίχνουν από τα παράθυρα και σπάνε τους μπότηδες, τα σταμνιά δηλαδή (αν και το έθιμο απαιτεί οτιδήποτε πήλινο· κι ένα ραϊσμένο πιάτο κάνει).
Ωστόσο, δεν είναι αποκλειστικά κερκυραϊκή λέξη. Ως μπότης ακούγεται και στα λοιπά Επτάνησα, μπότι στην Ήπειρο, αλλά και στην Πελοπόννησο. Ούτε είναι ταλική η αρχή της, όπως μας προδιαθέτει η κορφιάτικη καταγωγή. Στην πραγματικότητα, ο μπότης είναι ο βυζαντινός εμπότης (εν + πίνω), που τον βρίσκουμε στην Αλεξιάδα της Άννας Κομνηνής, καθώς και το μικρό του αδελφάκι στα Πτωχοπροδρομικά: «το άσπρον εμποτόπουλον γεμάτον κρασοβόλιν». Ο εμπότης στη Χίο έχει δώσει τους τύπους νεμπότι, νεμπότης, που ακόμα ακούγονται.
Δεν ξέρω αν ήταν ειλικρινής, αλλά ο Ιάκωβος Πολυλάς περιέγραψε ως εξής τον Μοναχό του πόθο: «Εγώ ούτε πλούτη εζήλεψα, ούτε ομορφιά και νιότη / κι ούτε τη δόξα θέλω εγώ! / Να 'χω γιομάτο επιθυμώ / από κρασί το μπότη».
Προσθήκη νέας απάντησης