Τι σημαίνει η λέξη Ράι;


Τι σημαίνει και από που προέρχεται η λέξη Ράι;

Απαντήσεις





Ράι σημαίνει υποταγή, και «κάνω ράι» σημαίνει «υποτάσσομαι, δηλώνω υποταγή». Η λέξη είναι τούρκικη, ra’y - και από την ίδια ρίζα, που σημαίνει «κοπάδι», προέρχεται και ο ραγιάς. Η λέξη βρίσκεται συχνά σε κείμενα της εποχής της τουρκοκρατίας αλλά διατηρήθηκε και στη συνέχεια, εκτός λεξικών. Οι συμφωνίες των καπεταναίων με τους Τούρκους, τα «καπάκια», συνοδεύονταν από ειδικό έγγραφο, «ράι μπουγιουρντί», προσκυνοχάρτι ή συχωροχάρτι, που ο Α. Βακαλόπουλος το ορίζει ως «προτρεπτικές εγκύκλιες προς υποταγή».

Ράι φώναζαν και οι ηττημένοι, ζητώντας έλεος: «στεναγμοί και βόγγοι και θρήνοι και “ράι! ράι, καπετάνιε!” από χιλίων στο μάτων αντηχούν» (Καρκαβίστας, Ο Σπαθόγιαννος). Στον Πειρατή της Γραμβούσας, του Κ. Ράδου, οι πολιορκημένοι πειρατές για να κάνουν ράι ζητούν άφεση αμαρτιών, αλλά οι αρχές προτείνουν «ράι παστρικό», άνευ όρων συνθηκολόγηση. Αντίθετα, στον Κοτζαμπάση του Καστρόπυργου του Καραγάτση, η άφεση δίνεται: «Τους δώσαμε ράι μπουγιουρντί, τέι περ τε! [πέρα για πέρα] Αφέονται οι αμαρτίαι».

Η λέξη πέρασε και σε εξωστρατιωτικά συμφραζόμενα. Στο περίφημο βλάμικο ποίημα Ιφ του Μαλακάση, ο μάγκας απειλεί την λεγάμενη: «α δε κάμεις ράι ναρθείς […] ταχιά δε θα ξημερωθείς». Αλλά και στον Τσιφόρο, συχνά ο ηττημένος στον καβγά μάγκας κάνει ράι, δηλώνοντας την υποταγή του.



Προσθήκη νέας απάντησης