Υποβλήθηκε από psilos την Τετ, 12/08/2015 - 09:09.
Χουσμεκιάρης και, σπανιότερα, χουσμετιάρης, είναι ο μεροκαματιάρης εργάτης, ο ακτήμονας, που δουλεύει στον τσέλιγκα ή στα χωράφια, και κατ’ επέκταση, ο υπηρέτης. Δάνειο από τα τουρκικά, όπου hizmet είναι η υπηρεσία, η εξυπηρέτηση, το καθήκον, που έχει περάσει στα ελληνικά ως χουσμέτι, και hizmetkar ο υπηρέτης. Η λέξη σήμερα δεν πρέπει να χρησιμοποιείται. Έχει δώσει και επώνυμο.
Ο Δημ. Φωτιάδης στον Καραϊσκάκη έχει τον εξής διάλογο με τον Αλήπασα: «”Και τώρα, ωρέ Καραΐσκο, τι να σε κάνω;” “Αν με γνωρίζεις άξιο γι’ αφέντη, κάνε με αφέντη· αν με γνωρίζεις άξιο για χουσμεκιάρη, κάνε με χουσμεκιάρη, αν με γνωρίζεις άξιο τίποτα, ρίξε με στη λίμνη», ενώ στο δημοτικό τραγούδι ο νέος λέει στην καλή του: «Σύρε να πεις στη μάνα σου, γαμπρό για να με κάνει, κι αν δε με θέλει για γαμπρό, πες της για χουσμεκιάρη».
Βέβαια, αν ακούγεται σήμερα η λέξη, αυτό οφείλεται κυρίως στους στίχους του Κώστα Βίρβου, από το τραγούδι Ο δάσκαλος του Θεσσαλικού Κύκλου του Γ. Μαρκόπουλου, όπου ο τσιφλικάς παραγγέλνει στους σμπίρους του: «τον δάσκαλο τον δάσκαλο αυτόν τον σαρδανάπαλο να μου τον φέρετε στο στρώμα / που λέει στους χουσμεκιάρηδες που λέει στους μεσιακάρηδες ότι δικό τους είν’ το χώμα».
Για να μας αναφέρετε οποιοδήποτε πρόβλημα (σφάλμα, ανακρίβεια, θέμα που αφορά πνευματικά δικαιώματα κ.τ.λ.) σχετικά με αυτή την καταχώρηση, παρακαλούμε επικοινωνήστε μαζί μας μέσω της φόρμας επικοινωνίας.
Απαντήσεις
Χουσμεκιάρης και, σπανιότερα,
Χουσμεκιάρης και, σπανιότερα, χουσμετιάρης, είναι ο μεροκαματιάρης εργάτης, ο ακτήμονας, που δουλεύει στον τσέλιγκα ή στα χωράφια, και κατ’ επέκταση, ο υπηρέτης. Δάνειο από τα τουρκικά, όπου hizmet είναι η υπηρεσία, η εξυπηρέτηση, το καθήκον, που έχει περάσει στα ελληνικά ως χουσμέτι, και hizmetkar ο υπηρέτης. Η λέξη σήμερα δεν πρέπει να χρησιμοποιείται. Έχει δώσει και επώνυμο.
Ο Δημ. Φωτιάδης στον Καραϊσκάκη έχει τον εξής διάλογο με τον Αλήπασα: «”Και τώρα, ωρέ Καραΐσκο, τι να σε κάνω;” “Αν με γνωρίζεις άξιο γι’ αφέντη, κάνε με αφέντη· αν με γνωρίζεις άξιο για χουσμεκιάρη, κάνε με χουσμεκιάρη, αν με γνωρίζεις άξιο τίποτα, ρίξε με στη λίμνη», ενώ στο δημοτικό τραγούδι ο νέος λέει στην καλή του: «Σύρε να πεις στη μάνα σου, γαμπρό για να με κάνει, κι αν δε με θέλει για γαμπρό, πες της για χουσμεκιάρη».
Βέβαια, αν ακούγεται σήμερα η λέξη, αυτό οφείλεται κυρίως στους στίχους του Κώστα Βίρβου, από το τραγούδι Ο δάσκαλος του Θεσσαλικού Κύκλου του Γ. Μαρκόπουλου, όπου ο τσιφλικάς παραγγέλνει στους σμπίρους του: «τον δάσκαλο τον δάσκαλο αυτόν τον σαρδανάπαλο να μου τον φέρετε στο στρώμα / που λέει στους χουσμεκιάρηδες που λέει στους μεσιακάρηδες ότι δικό τους είν’ το χώμα».
Προσθήκη νέας απάντησης