Υποβλήθηκε από psilos την Δευ, 22/06/2015 - 09:37.
Το λόγιο ρήμα εξοκέλλω χρησιμοποιείται στα νέα ελληνικά στον αόριστο, συνήθως στο γ' πρόσωπο, εξόκειλε, με τη σημασία «ναυάγησε» ή «παραστράτησε»: Το πλοίο της οικονομίας εξόκειλε.
Για να μας αναφέρετε οποιοδήποτε πρόβλημα (σφάλμα, ανακρίβεια, θέμα που αφορά πνευματικά δικαιώματα κ.τ.λ.) σχετικά με αυτή την καταχώρηση, παρακαλούμε επικοινωνήστε μαζί μας μέσω της φόρμας επικοινωνίας.
Απαντήσεις
Το λόγιο ρήμα εξοκέλλω
Το λόγιο ρήμα εξοκέλλω χρησιμοποιείται στα νέα ελληνικά στον αόριστο, συνήθως στο γ' πρόσωπο, εξόκειλε, με τη σημασία «ναυάγησε» ή «παραστράτησε»: Το πλοίο της οικονομίας εξόκειλε.
Προσθήκη νέας απάντησης